Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Στην αυγή του νέου χρόνου




«Κύριε Ιησού Χριστέ, ένας χρόνος πέρασε και ένας νέος ανατέλλει . Άλλη μια αφορμή για να Σε ευχαριστήσω  και να δοξολογήσω το άγιο όνομά Σου: για τις δωρεές , για τους αγώνες της χρονιάς που πέρασε, για τις προσδοκίες  και την ελπίδα της χρονιάς που έρχεται.

Κύριε, στην κάθε δοκιμασία, στην κάθε κρίση, απ’ όπου κι αν προέρχονται-από πειρασμούς , πτώσεις, ασθένειες, απώλειες, αδικίες και ό,τι άλλο , η ψυχή μου θέλει να παραμένει επίμονα στραμμένη σε Εσένα, Όχι γιατί έτσι «πρέπει», αλλά διότι έτσι ανακαλύπτω τον εαυτό μου, μπορώ να μένω σταθερός απέναντι στις οποιεσδήποτε δοκιμασίες με χτυπούν, να γαληνεύω και να ελπίζω…

Κύριε του ελέους, της αγάπης, της σοφίας, της μακροθυμίας, του φωτισμού βοήθησέ με, στήριξέ με , και όξυνε τις πνευματικές μου κεραίες και φέτος, να προσλαμβάνω τις ενέργειες του ελέους Σου, της ευσπλαχνίας , της υπομονής και της αγάπης Σου.  Να μην τις θεωρώ ποτέ δικαιωματικά ή αυτόματα δεδομένες, αλλά να τις διεκδικώ με ταπεινή και καθαρή καρδιά, να ζω σε κλίμα συνεχούς μετάνοιας και ανταποδόσεως, απλά και αβίαστα, σε Σένα και τους συνανθρώπους μου των αγαθών που μου προσφέρεις.»
Ημερολόγιο ενός Ταξιτζή


Από το βιβλίο: «Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων»
Εκδόσεις Ακρίτας

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Κρυπτοχριστιανοί


Νίκου Μηλιώρη

ΚΡΥΠΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ

Είναι νύχτα Χριστουγέννων. Χτυπούν οι καμπάνες της εκκλησιάς και οι Χριστιανοί ξυπνούν, σηκώνονται και πάνε να λειτουργηθούν. Ξυπνά και ο Μουσταφάς, που είναι Χρήστος. Ξυπνά αθόρυβα και τη φαμελιά του, χωρίς ν’ ανάψει φως –τη γυναίκα του την Εμινέ, που είναι Μαρία, και την κόρη του την Φατμέ, που είναι Ελένη και τον γιο του τον Χασάνη, που είναι Γιώργος. Μαζεύονται σε κάποιο κατώγι του σπιτιού. Σηκώνουν κάτι σακιά μέσα σ’ ένα αμπάρι και βγάζουν τα κονίσματα. Τα στήνουν εκεί μπροστά τους, γονατίζουν κάνουν το σταυρό τους κι ανάβουν από ένα κερί. Ο Μουσταφάς παίρνει στο χέρι του μία σύνοψη. Την ανοίγει-δεν ξέρει να διαβάσει κάποιο τροπάρι , σιγομουρμουρίζει ψαλμουδιστά με τα σπασμένα Ελληνικά του. Κάνουν το σταυρό τους και πάλι. Λένε σιγανά όλοι τους το «Η γέννησίς σου…». Με βουρκωμένα μάτια, με σφιγμένη την καρδιά φιλιούνται και ανεβαίνουν στον οντά τους να ξαπλώσουν. Η πίστη των ανθρώπων αυτών έχει έναν πόνο, που αληθινά, δε λέγεται. Μα έχει και τόση αλήθεια, όση ίσως δεν έχει η πίστη των άλλων Χριστιανών, αυτών που λειτουργούνται την ίδια ώρα στις εκκλησιές τους”.

Από το βιβλίο: «Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων»
Εκδόσεις Ακρίτας

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

ΤΙ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΚΙ ΩΡΑΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ


ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
ΤΙ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΚΙ ΩΡΑΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

«Τι θαυμαστά κι ωραία πράγματα, αδελφοί μου Χριστιανοί, είναι τούτα! Να γεννηθεί ο Χριστός από την Παναγία μέσα σε μια στάνη, ανάμεσα στα πρόβατα ο αμνός του Θεού, κι ένα άστρο πρωτοφανέρωτο  να βγει στον ουρανό από την ανατολή, για να το δούνε  οι μάγοι που το περιμένανε χίλια χρόνια και να πάνε να προσκυνήσουνε τον βασιλέα του κόσμου. Τι άστρο να ήτανε αυτό που φάνηκε στον κρουσταλλιασμένο χειμωνιάτικον ουρανό! Σημείο χαροποιό πως ο Θεός λυπήθηκε τον αμαρτωλό κόσμο και κατέβηκε «ως υετός επί πόκον», κατά την προφητεία του Γεδεών, ήγουν σαν τη δροσούλα που κατεβαίνει πάνω στο ποκάρι. Έτσι κι ο Χριστός μας κατέβηκε σαν βροχούλα απάνω στο λίσβα της αμαρτωλής της γης, που τη γεμίζανε με αίματα οι άνθρωποι, με τους πολέμους που κάνανε μεταξύ τους, με τα φριχτά θεάματα που βλέπανε ρίχνοντας τα αδέλφια τους στα θεριά, για να τα ξεσκίσουνε, κι αυτοί να γλεντήσουνε, με τις κλεψιές, τις απάτες. Απάνω λοιπόν σ’ αυτή την καταραμένη κι άσπλαχνη οικουμένη, κατέβηκε ο Χριστός, σαν τη δροσιά, ο πολυεύσπλαχνος , ο ταπεινός εκείνος που αγαπά τον ανάξιο άνθρωπο. Κι όπως ανάμεσα στους αμέτρητους ανθρώπους που βρισκότανε απάνω στη γης κι ανάμεσα στα παιδιά που γεννηθήκανε κείνη τη νύχτα, όπως, λέγω, κανένας δεν τον ξεχώριζε ανάμεσα στ’ αμέτρητο πλήθος των ανθρώπων, έτσι κι εκείνο το αγιασμένο το άστρο δεν ξεχώριζε ανάμεσα στις μυριάδες τ’ άστρα. Μοναχά οι μάγοι οι Χαλδαίοι, οι μαθητάδες του Βαλαάμ , παραφυλάγανε γενεές γενεών να το δούνε, κι αξιωθήκανε και το ‘δανε, μονάχοι αυτοί απ’ όλους τους ανθρώπους. Αληθινά, εκείνο το βασιλικό άστρο εβγήκε μεν από την Ανατολή, όπως ο ήλιος, μα δεν εβγήκε από χαμηλά, απ’ τα βουνά, μα από ψηλά, «εξ ύψους». Ο νοητός Ήλιος δεν εβγήκε από τα χαμηλά για να ανέβει στα ψηλά, όπως ο φυσικός ήλιος αλλά κατέβηκε από τον αιώνιο θρόνο του, για να πάρει κορμί ανθρώπινο.»

Ζωντανό Σχολείο, σελ. 177, Εκδόσεις Ακρίτας


Από το βιβλίο: «Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων»
Εκδόσεις Ακρίτας



Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Χριστός γεννάται


Π.Β. Πάσχου
ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ

Κάθε χρόνο, που ακούω στην Εκκλησία, να ψάλλεται το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε…», θαρρώ πως αγαπώ περισσότερο την υμνογραφία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Όλες οι εκκλησιαστικές λειτουργικές τέχνες, ως αναγωγικές, μεταρσιώνουν τον άνθρωπο με μια ιεροπρεπή μυστικότητα.
Όμως η τέχνη της υμνογραφίας, συνάμα με την κατανυκτική βυζαντινή μουσική της Ορθοδοξίας, θαρρώ πως έχουν το χάρισμα να σου οδηγούν την ψυχή ως τις πόρτες του Παράδεισου. Η κάθε μια λέξη από τ’ αγιασμένα τροπάρια της Εκκλησίας μας κρύβει ένα μυστικό βάθος, ένα πλούτο πνευματικής πείρας , που διδάσκει με τον αμεσότερο τρόπο.
Ένα πρόχειρο παράδειγμα , από την πρώτη φάση του πρώτου κανόνος των Χριστουγέννων: «Χριστός γεννάται»! Αυτός ο ενεστώς χρόνος του «γεννάται», κι όχι «εγεννήθη». Είναι ένα πολύ συνηθισμένο βέβαια, στους ρήτορες, όπως λέγει ένας παλαιός ερμηνευτής, να «προσφέρουν τα περασμένα πράγματα εις χρόνον ενεστώτα, για να δείξουν αυτά ως παρόντα εις τα ομμάτια των ακροατών και ακολούθως να κάμουν αυτούς περισσότερον θεατάς, παρά ακροατάς».  Όμως για τον καθένα χριστιανό που το ακούει, το διαβάζει ή το ψάλλει, εκείνο το «γεννάται» δηλώνει μέσα του: Τώρα, αυτή τη στιγμή «γεννάται» ο Χριστός, ετοίμασε το σπήλαιό σου-λέγει στον καθένα μας, διώξε από μέσα σου κάθε αμαρτωλή σου πράξη ή σκέψη και τρέξε να Τον προϋπαντήσεις. Υψώσου από τη γη κι από τα γήινα , για να δώσεις την αγάπη σου  όλη σ’ Εκείνον, που κατεβαίνει τώρα στη γη για σένα. Αν δεν έχεις τίποτ’ άλλο να του προσφέρεις για δώρο, όπως οι Μάγοι κι οι ποιμένες, βγάλε από πάνω σου τιε αμαρτίες και πρόσφερέ τις-θ’ αδειάσει έτσι ο τόπος «εν τω καταλύματί» σου, για να φιλοξενήσεις τον Ερχόμενον ως νήπιον. Μην αργείς και μην αναβάλλεις, τώρα «Χριστός γεννάται», τώρα υποδέξου Τον στη φάτνη της ψυχής σου…


Έρως Ορθοδοξίας,
Εκδόσεις Ακρίτας


Από το βιβλίο: «Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων»
Εκδόσεις Ακρίτας

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Το ήθος της νηστείας ως αγωγή ελευθερίας




Στο δημόσιο λόγο και στην κρατούσα κοινωνική συνείδηση η έννοια του καταναλωτή υπερισχύει πλέον αυτής του πολίτη και η ανθρώπινη αξία αποτιμάται βάσει της αγοραστικής δύναμης. Όσο περισσότερο και όσα περισσότερα καταναλώνουμε τόσο κερδίζουμε σε κοινωνική αποδοχή και αυτοεκτίμηση. Όσοι δεν έχουν τη δυνατότητα να καταναλώνουν, περιθωριοποιούνται κοινωνικά και ακυρώνονται ως πρόσωπα.
Σε μια τέτοια κοινωνία το ήθος της νηστείας φαντάζει παράταιρο. Η νηστεία όμως αποτελεί Γι’ αυτό η κοινωνική δυναμική δεν την απορρίπτει αλλά την υιοθετεί, αλλοιώνοντας όμως το περιεχόμενό της . Υποταγμένη η νηστεία στις σκοπιμότητες του καταναλωτισμού περιορίζεται σε μία απλή αλλαγή του διαιτολογίου . Για όποιον αμφιβάλλει, παραπέμπουμε σε σχετική διαφήμιση μεγάλης πολυεθνικής αλυσίδας ταχυφαγείων , που προβάλλει τα νηστίσιμα πιάτα της. Δίπλα στις σελίδες για την αστρολογία και τα ταρώ, περιοδικά ποικίλης ύλης δημοσιεύουν άρθρα στα οποία διαιτολόγοι και γιατροί προτείνουν τη νηστεία και τη μεσογειακή διατροφή ως αντίδοτο στην παχυσαρκία και τα καρδιακά νοσήματα.
Όλα τα παραπάνω μπορεί να συνιστούν μια εκκοσμικευμένη εκδοχή της νηστείας, δεν είναι όμως απαραιτήτως αρνητικοί, αφού μαρτυρούν για το γεγονός ότι ο λαός μας εξακολουθεί να νηστεύει , σε τέτοιο βαθμό ώστε αναγκάζει και τις πολυεθνικές αλυσίδες ταχυφαγείων να εντάξουν τη νηστεία στο καθημερινό τους μενού.
Είμαστε εμείς, οι πιστοί που πρώτοι κατανοούμε τη νηστεία μόνο ως μια διατροφική αλλαγή. Όμως, η εκκλησιαστική συνείδηση μας έχει προειδοποιήσει, ήδη από την Καθαρά Δευτέρα: « Νηστεύσωμεν  νηστείαν δεκτήν , ευάρεστον τω Κυρίω˙ αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις». Γνωρίζουν οι πατέρες πόσο εύκολα το τυπικό της εκκλησίας καταντά τυπολατρεία, και επιμένουν να τονίζουν τον ουσιαστικό σκοπό της νηστείας, που είναι η ελευθερία από τα πάθη.
Πρόξενος, λοιπόν, ελευθερίας η νηστεία. Σκανδαλίζει ο λόγος όχι μόνο τον κοσμικό άνθρωπο, αλλά και εμάς που βαυκαλιζόμαστε πως νηστεύουμε επειδή αντικαθιστούμε τα γαλακτοκομικά με προϊόντα σόγιας… Θεωρούμε πως η νηστεία μας δεσμεύει, μας οδηγεί σε στερήσεις, και προσπαθούμε με χίλιους δυο τρόπους να την ελαφρύνουμε. Δεν έχουμε την πνευματική εκείνη αρχοντιά και ευαισθησία να βλέπουμε την εκκλησιαστική ζωή, και μαζί της τη νηστεία ,ως ζωή ελευθερίας, αφού δεν αγαπάμε πραγματικά το Θεό.
Η ελευθερία στην οποία μας οδηγεί η νηστεία έρχεται σταδιακά. Αρχικά μας καλεί να κατανικήσουμε μια από τις πλέον ισχυρές ορμέφυτες ανάγκες μας, αυτήν της τροφής. Μετριάζοντας την τροφή το σώμα ταπεινώνεται. Και επειδή η ψυχή βρίσκεται σε ενότητα με το σώμα, αρχίζει σιγά σιγά  να ταπεινώνεται και αυτή. Έτσι σιγά σιγά αλλάζουμε ζωής. Διαπιστώνουμε εξαρτήσεις μας˙ αφού κατανοούμε πώς εξαρτώμαστε από το κρέας, το γάλα, τα τυροκομικά κ.λπ. και δεν είμαστε πραγματικά ελεύθεροι, όπως έως τώρα νομίζαμε.
Αφού πλέον ελευθερωνόμαστε από την ανάγκη, μπορούμε πλέον να είμαστε αληθινοί άνθρωποι. Παύουν να είναι αποκλειστική μας μέριμνα οι καταναλωτικές μας ανάγκες και ανακαλύπτουμε νέες πτυχές του εαυτού μας, τον έσω άνθρωπο, που είναι εικόνα του Θεού. Τώρα την εγκράτεια των τροφών ακολουθεί η εγκράτεια της γλώσσας, η αποχή από τον θυμό, ο χωρισμός από τις κακές μας επιθυμίες, από την καταλαλιά, την κατάκριση, το ψεύδος . Έτσι στα απτά και προφανή δώρα της νηστείας , την βελτίωση της σωματικής μας κατάστασης, προστίθενται και τα πλέον σύνθετα και δυσκατόρθωτα , η αποχή από τα πάθη και η νίκη επί του κακού μας εαυτού. Έτσι νηστεύουμε καθ’ ολοκληρίαν, ως ψυχοσωματικοί, ακέραιοι άνθρωποι.
Η αποχή από τα πάθη, τα οποία αποτελούν εκδηλώσεις του εγωκεντρικού μας εαυτού, οδηγεί βαθμηδόν στη συνάντηση του άλλου, που δεν είναι πλέον ανταγωνιστής αλλά συνάνθρωπος. Κόβοντας τα πάθη ελευθερωνόμαστε από την εγωπάθεια και μπορούμε πλέον να αγαπήσουμε πραγματικά. Και αυτή η αγάπη δεν περιορίζεται μόνο στους οικείους, αλλά επεκτείνεται προς τους αγνώστους , τους ξένους, τους ενδεείς. Δεν είναι καθόλου τυχαίο , άλλωστε, ότι ο ιερός Χρυσόστομος μας καλεί να διαθέσουμε σε φιλανθρωπίες τις οικονομίες τις οποίες κάναμε την περίοδο της νηστείας , όπου αποφεύγαμε τα πολυτελή εδέσματα…
Η νηστεία της εκκλησίας μας ελευθερώνει από  το βάρος της ανάγκης και του περιττού, μας σμιλεύει, μας  λαξεύει, μας αναπλάθει και μας ομορφαίνει, οδηγώντας μας προς την συνάντηση με τον αδελφό και το Νυμφίο της καρδιάς μας, τον Αναστάντα Κύριο. Είναι μια αγωγή και μια παίδευση προς την καθολική ελευθερία. Γιατί τελικά η σκλαβιά δε βρίσκεται στην περιθωριοποίηση- οι μοναχοί άλλωστε είναι οι εκ πεποιθήσεως περιθωριακοί- αλλά στο επικρατούν καταναλωτικό πρότυπο. Ο καταναλωτισμός είναι ένα νέο αυτοείδωλο που καθιστά τον άνθρωπο συναισθηματικά ανάπηρο. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο δεν θα πρέπει να λειτουργεί ως πρότυπο , αλλά ως αντιπρότυπο.
Η Εκκλησία αντί του σύγχρονου καταναλωτικού παραδείγματος , προβάλλει το ασκητικό της ήθος, που αποτελεί την πραγματικά “εναλλακτική” πρόταση ζωής και ελευθερίας.




Από το βιβλίο: «Εκ Περιθωρίου. Άρθρα- Ομιλίες- Διαλέξεις»
Αρχιμανδρίτης
Σωφρόνιος Αθ. Γκουτζίνης
Ξάνθη 2006

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Το δώρο των Χριστουγέννων

Αρχ. Εφραίμ Παναούση
ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ


Συνήθειο λες και το ‘χε πάλι η Βηθλεέμ να κοιμάται. Όταν συνέβαιναν τα μεγάλα του κόσμου μέσα στην αυλή της εκείνη έπεφτε σε λήθαργο βαθύ.
Σ’ αυτό το «σπίτι του άρτου» - γιατί Βηθλεέμ τούτο πάει να πει- πριν πολλά χρόνια γεννήθηκε ο Σωτήρας του κόσμου! Κοντοζύγωναν πάλι Χριστούγεννα. Μέσα στη Βασιλική της Γεννήσεως, που στεκόταν αγέρωχη, ένας μεγάλος Άγιος άναβε τα καντήλια στο ιερό σπήλαιο. Ο όσιος Ιερώνυμος. Ένας σεβαστός γέροντας με πλούσια χιονάτη γενειάδα και μάτια όλο λάμψη και φως. Σα μικρό παιδί ,ζητούσε εκείνος να φροντίζει το σπήλαιο της Γεννήσεως. Και κάθε φορά, ρίγη διαπερνούσαν το σώμα του.
Έτσι και σήμερα, έσκυψε και με δάκρυα στα μάτια ασπάστηκε τον ιερό τόπο. Γονάτισε κι άρχισε να προσεύχεται θερμά. Προσευχήθηκε για την Εκκλησία, τον πιστό λαό, τους γνωστούς, ακόμα και για κείνους που τον εχθρεύονταν. Προσευχήθηκε για τους φτωχούς και τους ανήμπορους. Αφού πέρασε ώρα αρκετή, σήκωσε το κεφάλι.


Στην ησυχία της νύχτας, η πιο γλυκειά φωνή του κόσμου, ακούσθηκε να καλεί τον Όσιο. 
- «Ιερώνυμε…».
Σαν από βαθύ ύπνο να ξύπνησε ο Άγιος, κοίταξε μήπως κάποιος τον περιπαίζει. Όμως στο Ναό δεν βρισκόταν κανείς.
- «Ιερώνυμε…», ξανακούστηκε η φωνή, «Τι θα μου προσφέρεις για την ημέρα της Γέννησής μου;».
- «Κύριε…», απάντησε ο Όσιος, καταλαβαίνοντας τώρα από πού ερχόταν η φωνή. «Κύριε…, για Σένα τα ‘χω αφήσει όλα. Για τη δική Σου αγάπη. Η καρδιά μου ολόκληρη, η ζωή μου είναι δικιά σου. Τι άλλο έχω να σου προσφέρω;»
- «Κι όμως, Ιερώνυμε», ξανακούστηκε πάλι η φωνή του Χριστού. «Έχεις κάτι ακόμα και το ξεχνάς. Το θέλω»
- «Μα τι είναι αυτό;», απάντησε ο Όσιος.
«Πώς θα είχα κάτι και να το κρατώ για μένα; Πες μου τι ξέχασα να Σου προσφέρω».
Σιωπή απλώθηκε παντού. Σε λίγο η φωνή ξανακούσθηκε.
- «Ιερώνυμε, δος μου τις αμαρτίες σου!»
- «Τις αμαρτίες μου, Πανάγιε Θεέ; Τι να την κάνεις τέτοια σιχαμερή προσφορά;»
- «Μα γι’ αυτές ήρθα στον κόσμο, Ιερώνυμε. Αυτές κρατώ από κάθε άνθρωπο, για να τον καθαρίσω».
Η φωνή σταμάτησε και μια γλυκιά ευωδιά πλημμύρισε το σπήλαιο μαζί και την καρδιά του Όσιου.
Τούτο το δώρο θα έδινε στο Χριστό. Πιο ακριβό απ’ όλου του κόσμου τα μαλάματα.


Ιστοσελίδα Ορθόδοξη Γυναίκα








Από το βιβλίο: «Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων»
Εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Γιατί με χτυπάει ο Θεός;




Γνωρίζουμε ότι η υπομονή είναι πολύτιμη αρετή, που μας καθιστά αρεστούς στον Θεό. Αλλά η άσκηση της υπομονής δεν είναι καθόλου εύκολο κατόρθωμα. Θέλει βέβαια επιστράτευση ψυχικών δυνάμεων. Θέλει οπωσδήποτε θερμή και πολλή προσευχή για να έλθει η χάρις του Θεού και να δυναμώσει την ψυχή. Αλλά θέλει και σκέψεις πνευματικές, για να παρηγορείται και να ενισχύεται η ψυχή.
Ένα γεγονός θα σου διηγηθώ, αδελφέ, που συνέβη κάποτε και έχει γραφεί και δίδει την ευκαιρία πολλών σκέψεων για να απαντηθεί το ερώτημα, γιατί ο Θεός επιτρέπει τους πόνους στη ζωή μας;
Κάποτε, ενώ ήταν χειμώνας και νύχτα, ναυάγησε ένα μικρό αλιευτικό πλοιάριο στια ακτές του Καναδά. Ο πλοίαρχος και ο γιος του, μοναδικοί επιβάτες του μικρού αλιευτικού , βγήκαν στην ακτή κολυμπώντας ,με βρεγμένα ρούχα και σε άσχημη κατάσταση. Γλύτωσαν από τον κίνδυνο του πνιγμού. Τώρα όμως θα πέθαιναν από το κρύο και τα βρεγμένα ρούχα. Ενώ ο πατέρας βρισκόταν σε απόγνωση, είδε, στο βάθος του δάσους που εκτεινόταν μπροστά τους, ένα αμυδρό φως. Ήταν η μοναδική ελπίδα.
Το μέρος ήταν έρημο και άγνωστο. Πουθενά δεν φαινόταν κάποια κατοικία. Πατέρας και γιος άρχισαν λοιπόν να βαδίζουν προς το αμυδρό φως που έβλεπαν στο δάσος τρέμοντας, βέβαια, από το κρύο, καθώς ήταν μούσκεμα. Εάν έφθαναν εγκαίρως στο φως και έβρισκαν κάποια περιποίηση , θα γλύτωναν το βέβαιο θάνατο.
Εκεί όμως που βάδιζαν, ο γιος άρχισε να μουδιάζει, γατί τα βρεγμένα ρούχα και το πολύ κρύο τον πάγωναν. Το βάδισμά του έγινε πολύ δύσκολο και διέτρεχε τον κίνδυνο να μουδιάσουν τα πόδια του περισσότερο και να μην μπορούν να βαδίσουν καθόλου. Ο πατέρας κοίταζε να ενισχύσει το παιδί του και να το ενθαρρύνει, ώστε να συνεχίσει να περπατά. Μα δυστυχώς το μούδιασμα των ποδιών αυξανόταν και η δυσκολία του βαδίσματος γινόταν δυσχερέστερη.
Τότε ο πατέρας σοφίστηκε το εξής τέχνασμα: απέσπασε ένα κλαδί από ένα δένδρο που βρέθηκε δίπλα του˙ με το κλαδί αυτό άρχισε να χτυπά τα πόδια του παιδιού , το οποίο δεν μπορούσε πια σχεδόν καθόλου να βαδίσει. Ο γιος διαμαρτυρήθηκε στην αρχή γιατί τον χτυπούσε ο πατέρας. Και ο πατέρας, με πονεμένη αλλά στοργική φωνή, του απάντησε:
- Παιδί μου, πρέπει να βαδίσεις! Νίκησε το μούδιασμα των ποδιών σου και προχώρα!
- Πατέρα, δεν μπορώ! Φώναξε το παιδί. Τα πόδια μου μουδιάζουν όλο και περισσότερο!
Τότε ο πατέρας έσφιξε την καρδιά του και άρχισε να χτυπά στα πόδια το παιδί του πολύ δυνατότερα. Τα πόδια του παιδιού μάτωσαν, αλλά εξαναγκάστηκε να βάλει τα δυνατά του και να συνεχίσει το περπάτημα. Τελικά, κουτσαίνοντας και με μόχθο, έφθασε μαζί με τον πατέρα του στο σπιτάκι στο οποίο έβλεπαν το φως.
Ήταν ματωμένα τα πόδια του και πληγιασμένα από το ράβδισμα με την κλάρα, που είχε αποσπάσει ο πατέρας από το δέντρο.
Το παιδί βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, αλλά ήδη είχαν φθάσει στο σπίτι. Εκεί απόλαυσαν αμέσως τη στοργή και την περιποίηση. Και έτσι σώθηκαν, πατέρας και γιος, από το βέβαιο θάνατο.
Τι έκανε ο πατέρας; Θλιβερό καθήκον! Εξαναγκάστηκε να χτυπά το παιδί του στα πόδια δυνατά για να το αναγκάσει να φτάσουν στο σπίτι της σωτηρίας. Πικρό το μέσο, αλλά σωτήριο για τη ζωή τους.
Αυτό γίνεται πολλές φορές στη ζωή. Ο Θεός Πατέρας που μας αγαπά, θέλει οπωσδήποτε τη σωτηρία μας. Κάποτε εμείς οι άνθρωποι αμελούμε και κωφεύουμε στη φωνή Του. Και τότε ο Θεός Πατέρας από στοργή επιτρέπει κάποιο μαστίγωμά μας, για να ξυπνήσουμε από το λήθαργο ψυχική αμέλειας και να αφυπνιστούμε πνευματικά. Επιτρέπει ο Θεός θλίψεις και δοκιμασίες για πνευματική μας ωφέλεια. «Ον γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται» ( Παροιμ. γ΄,12 ) . Πικρό το ποτήριο του πόνου, αλλά σωτήριο.
Αδελφέ μου, τίποτε δεν γίνεται τυχαία. Το ότι ο Θεός επέτρεψε αυτή τη δοκιμασία την οποία περνάς, σημαίνει ότι έχει το σοφό σχέδιό Του. Είναι για το καλό σου. Δέξου τη θλίψη σαν επίσκεψη Θεού. Υποτάξου στο θέλημα του Θεού. Παρακάλεσε μεν τον Θεό να σε βγάλει από τη δοκιμασία και να σου πάρει τον πόνο. Και παρακάλεσε και πάλιν και πολλάκις, με επιμονή και πίστη, να σου αφαιρέσει ο Θεός την δοκιμασία. Αλλά, αν η αγαθότης Του δεν σου αφαιρεί τη θλίψη, δείξε υπομονή και υποταγή. Ειπέ μες στην καρδιά σου: « Κύριε, γενηθήτω το θέλημά Σου. Όχι όπως θέλω  εγώ, αλλά όπως θέλεις Εσύ». Ειπέ μαζί με τον Κεμπήσιο Θωμά: «Κύριε, αν θες να είμαι στο φως, έσο ευλογημένος. Εάν θες να μην είμαι στο φως, πάλιν έσο ευλογημένος. Εάν θες να έχω χαρά, έσο ευλογημένος. Εάν θες να έχω θλίψη και δοκιμασία, πάλιν έσο ευλογημένος». Η υπομονή σου, αδελφέ μου, και η υποταγή σου στον Θεό ανεβαίνουν ως θυμίαμα ενώπιον του θρόνου της θείας χάριτος.
Είναι άπειρα τα παραδείγματα ανθρώπων που σώθηκαν από βέβαιη ψυχική καταστροφή με το ξύπνημα το πνευματικό, που τους έφερε μια δοκιμασία στη ζωή. Άκουσα με τα αυτιά μου κάποιους να  λέγουν: «Έχασα την υγεία μου, αλλά βρήκα την υγεία της ψυχής μου. Και είμαι ευτυχής» ή «Γνώρισα τον Θεό μέσα από τη θλίψη και τη δοκιμασία. Ήμουν βουτηγμένος στην αμαρτία και ο Θεός επέτρεψε να χάσω το εμπόριό μου και να βυθιστώ στην φτώχεια. Μα άνοιξαν τα μάτια μου στο φως της πίστεως! Και ζω τώρα πολύ φτωχότερα, αλλά πολύ περισσότερο ευτυχισμένος «.
Επίσης, είδα πολλές φορές στη ζωή μου πονεμένους και πενθούντας για τον θάνατο προσφιλών τους προσώπων ανθρώπους, οι οποίοι ζούσαν ως τότε τελείως ξένοι προς την Εκκλησία, μετά όμως από το φρικτό φαρμάκι του πόνου, τους είδα να αλλάζουν τρόπο ζωής, να αφυπνίζονται πνευματικά, να ενδιαφέρονται για τη μετά θάνατον ζωή, που ως τότε δεν τους είχε απασχολήσει , να βρίσκουν την παρηγοριά τους στην Εκκλησία και να σώζονται πνευματικά.
Το σχέδιο του Θεού στη ζωή μας, αδελφέ μου, είναι σοφό και στοργικό.  Να τα δεχόμαστε όλα από το χέρι του Θεού με υποταγή, ταπείνωση και πιστότητα στην αγάπη Του. Υπάρχουν στιγμές που είναι συμφέρον για εμάς κάποιος πόνος ή κάποια δοκιμασία . Εμεί είμαστε πολλές φορές κοντόφθαλμοι. Ο Θεός βλέπει πολύ μακρύτερα από εμάς.
Έχω δει πλειστάκις και στην προσωπική μου ζωή, κάτω από μια δοκιμασία να κρύβεται μεγάλη ψυχική ωφέλεια. Έχω δει το  χέρι του Θεού πολλές φορές στη ζωή μου, αδελφέ, άλλοτε να με θωπεύει και άλλοτε να με χαστουκίζει. Όμως πάντοτε είδα ότι το χέρι ήταν στοργικό και αποβλέπει στη δική μου σωτηρία.

Από το βιβλίο : « Για σένα που πονάς»
Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς
Καλλινίκου Καρούσου
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Αθήναι 2011

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Πέτρος ο απλός και απονήρευτος




Όταν ήδη συνάντησα τους δύο ανωτέρω αδελφούς μου διηγήθηκε ο Γέροντας το εξής:
«M’ επεσκέφθη πρόσφατα ο Πέτρος και ζήτησε να εξομολογηθή. Μα έκαμε τόσον καθαρή, τόσον ειλικρινή εξομολόγησιν, που δεν μου ξανάτυχε. Μεταξύ άλλων μου λέγει με όλην του την ειλικρίνειαν:
-       Εγώ Γέροντα είμαι ο πιο αμαρτωλός, αλλά είμαι και γεμάτος  αρρώστιες και τέλος πάντων είμαι ένας άχρηστος άνθρωπος. Θέλω να γίνω μοναχός, αλλά μ’ αυτά τα χάλια αισθάνομαι ανάξιος.
Τέτοιαν περίπτωσιν πρώτη φορά συνάντησα. Μη γνωρίζοντας τι να τον συμβουλέψω, του λέω:
-      Αφού, παιδί μου σ’ έφερε εδώ η Παναγία, κάθισε λίγο μαζί μου να σε δοκιμάσω.
Έτσι κι έγινε. Εκάθισε. Αφού όμως ήλθε και ο Γιώργος ήδη είχαμε πρόβλημα χώρου. Μου λέει ο Πέτρος:
-      Εμένα το επάγγελμά μου είναι υδραυλικός , αλλά λίγο πολύ καταλαβαίνω και από οικοδομικά.
Τότε δεν χάνω καιρό. Φωνάζω τον πάτερ Παντελή την ξυλόκοτα (τον βουρδουνάρη) . «Σε παρακαλώ να μου κουβαλήσης λίγα υλικά». Να χαλίκι, να τούβλα, τσιμέντο κλπ., δεν άργησε ο Πέτρος να κτίση στον άνω όροφο τρία κελλιά. Μάλιστα με τόσην λεπτομέρειαν και τέχνην που τον εθαύμασα.
Πριν αρχίσουμε το έργον έλεγα: “ Μπορεί αυτός να φύγη˙ όμως τα κελλιά δεν χάνονται”. Όμως τι έγινε; Μόλις του έδειξα πώς ν’ αγρυπνή και πώς να λέη την ευχήν, αμέσως πήρε φωτιά. Έρχεται σε λίγες νύχτες και μου λέει:
-      Γέροντα, τι είναι αυτό το πράγμα; Σαν έλεγα την ευχήν, αμέσως κόλλησε  ο νους μου στην καρδιά και μια ευωδία έβγαινε από μέσα μου, που δεν λέγεται. Από εκείνην την ώρα η ευχή μέσα μου δουλεύει μόνη της και έρχονται ασταμάτητοι λυγμοί και δάκρυα.
Μόλις άκουσα έτσι, “α, λέγω˙, αυτός είναι για καλόγηρος”. Του λέγω:
-      Αυτό είναι πληροφορία ότι σε θέλει ο Θεός για μοναχόν.
Δεν άργησα κιόλας να τον ονομάσω Πρόδρομον. Όταν αποφάσισα να τον κάμω μοναχόν, συνάντησα άλλη δυσκολία. Μου λέει:
-      Εγώ Γέροντα δεν είμαι άξιος να φορέσω μοναχικό σχήμα.
Προς ώραν  τον άφησα να ωριμάση ο λογισμός του. Όμως αυτός, από πολλήν απλότητα, το βράδυ κλειδωνόταν όταν κοιμόταν. Του λέω:
-      Γιατί παιδί μου, κλειδώνεσαι;
-      Να, Γέροντα, φοβούμαι μήπως σαν κοιμάμαι, έλθης και με διαβάσης καλόγερο.
Είδα κι έπαθα να του εξηγήσω ότι κρυφά αυτές οι δουλειές δεν γίνονται».
Έτσι, λοιπόν, όταν σε λίγους μήνες ο επόμενος της συνοδείας ήταν ο γράφων, ήδη τα πρώτα κελλάκια ήσαν έτοιμα. Τον Πρόδρομον αυτόν και η ταπεινότητά μου τον έζησε από κοντά. Πολλές φορές τον βοηθούσα σε οικοδομικές εργασίες. Σιωπηλός όπως εργαζόταν, κάθε τόσο τον έβλεπα που τραβούσε βαθειές εισπνοές. Από απορία το  είπα στον Γέροντα. Ο Γέροντας μου είπε αυτό που ως προεστώς ήξερε:
« Να ‘ξερες τι είναι αυτές οι εισπνοές! Σαν δουλεύει ο Πρόδρομος, η ευχή μέσα του βράζει ασταμάτητα. Η καρδιά του, από την πολλήν ευχήν μοσχοβολά. Γι’ αυτό και δεν χορταίνει να ρουφά εκείνην την πανευφρόσυνην ευωδίαν».
Μας έλεγεν ο Γέροντας εξ όσων εγνώριζεν, προς παραδειγματισμόν, ότι ο αδελφός αυτός, χάριν του απλοϊκού και απονήρευτου φρονήματός του, πολλές φορές ανέβαινε με το πνεύμα του σε υψηλές θεωρίες, και μάλιστα μέχρι εκστάσεως. Λεπτομέρειες όμως απέφευγε να μας αναφέρει.
Ο δε αψευδής Μοναχός Γ. μου εξομολογήθηκε, ότι εμπιστευτικά  ο μακαριστός αυτός αδελφός του ανέφερε το εξής: Πολλές φορές έβλεπε τον Γέροντά μας παπα Χαράλαμπον , όταν ιερουργούσε, υψωμένο ένα μέτρον πάνω από το  έδαφος. Και μόνο μ’ αυτό μπορεί καθείς μόνος του να συμπεράνη , ποιος ήταν ο απλοϊκός αυτός μοναχός, αλλά και ποιος ήταν και ο Γέροντάς του παπα-Χαράλαμπος.
Φαίνεται, όμως, ότι αυτά δεν άρεσαν καθόλου στον πειρασμό. Γι’ αυτό και φθονούσε φοβερά τον αδελφόν αυτόν. Ένας αψευδής αδελφός μου διηγήθηκε ώρα προσευχής, σαν σε όραμα, ακούει έξω από το καλύβι οχλαγωγία  και φωνές δυνατές. Βάζει το αυτί˙  τι ν’ ακούση! Όλοι μαζί: «Θέλουμε τον Πρόδρομο, τον Πρόδρομο, θέλουμε τον Πρόδρομο». Κοιτάζη έξω από το παράθυρο και τι βλέπει! Πλήθος φοβερών γιγάντων που τα κεφάλια τους έφθαναν στην οροφήν, να φωνάζουν. Μόλις συνέρχεται, τρέχει ο αδελφός αυτός στον Γέροντα τρομαγμένος και το διηγείται. Και ο σοφός αυτός Γέροντας απαντά: « Επειδή η προσευχή του Πρόδρομου τους κατακαίει, γι’ αυτό και δεν τον χωνεύουν. Όμως φαίνεται ότι και αυτός κάποιο δικαίωμα θα τους έδωσε. Για να εξετάσουμε την υπόθεσιν». Εφώναξε βέβαια τον αδελφόν, χωρίς όμως να γνωρίζουμε τι του ανέφερε εξομολογητικά.
Ο αείμνηστος αυτός αδελφός, πραγματικά υπέφερε πολύ από διάφορες αρρώστιες και, παράλληλα με την πολλήν παρηγορίαν της προσευχής, αισθανόταν στο σώμα του καθημερινά αφόρητους πόνους. Το γεγονός αυτό τον ανάγκαζε να ζητά από τον Γέροντα συγκαταβάσεις και οικονομίες…


Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ
Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος
της νοεράς προσευχής»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ



Αρχειοθήκη ιστολογίου